ΑΜΠΕΛΙ |
Το κλάδεμα καρποφορίας πραγματοποιείται την περίοδο της χειμερίας αναπαύσεωςσε ξυλοποιημένα όργανα ή τμήματα του πρέμνου (κληματίδες ή βραχίονες) καιρυθμίζει την παραγωγή και διατηρεί το σχήμα του πρέμνου.
Συγκεκριμένα, γίνεται από το Δεκέμβριο μέχρι το Φεβρουάριο.
Το Δεκέμβριο γίνεται το κλάδεμα των όψιμων ποικιλιών που έτσι επιτείνουν την πρωιμότητά τους, σε περιοχές όμως που δεν παρατηρείται συχνότητα παγετών. Στανέα αμπέλια, αφήνεται για το μήνα Μάρτιο, για την αποφυγή κινδύνων από ανοιξιάτικους παγετούς.
Διακρίνεται σε βραχύ, μακρό και μικτό, ανάλογα με το μήκος των παραγωγικών μονάδων (κεφαλές, αμολυτές).
– Στο βραχύ κλάδεμα διατηρούνται κεφαλές μέχρι 3 οφθαλμών,
– στο μακρό αμολυτές των 5-7 ή και περισσότερων οφθαλμών και στο
– μικτό κλάδεμα κεφαλές μέχρι 3 οφθαλμών και αμολυτές με περισσότερους των 4 οφθαλμών.
Ο αριθμός των κεφαλών που αφήνονται εξαρτάται από την ισχύ και την ηλικία του πρέμνου και τις περιβαλλοντικές συνθήκες.
Στο κλάδεμα συνίσταται η διατήρηση σε κάθε βραχίονα ενός αριθμού κεφαλών που περιλαμβάνουν 1-3 καρποφόρους οφθαλμούς η κάθε μία ή 1-4 αμολυτών με περισσότερους από 6 οφθαλμούς η κάθε μία.
Κατά το κλάδεμα επιλέγονται πάντα κληματίδες υγιείς, χωρίς στίγματα, ώριμες, μέτριες σε πάχος.
Οι τομές και τα κλαδευτικά μέσα πρέπει να απολυμαίνονται.
Το κλάδεμα γίνεται χειρονακτικά ή με κλαδευτικά ψαλίδια (χειροκίνητα, με πίεση αέρα ή ηλεκτρικά). Οι κληματίδες ή τα τμήματα των κληματίδων που αφαιρούνται κατά την εργασία του κλαδέματος ή απομακρύνονται από τον αμπελώνα ή καταστρέφονται με μηχανήματα που φέρονται στο τρακτέρ.
Η απομάκρυνση από τον αμπελώνα είναι πολύ δαπανηρή και χρονοβόρα εργασία, απαιτεί εργατικό δυναμικό και γι’ αυτό τα τελευταία χρόνια έχει αντικατασταθεί με την καταστροφή των κληματίδων μέσα στον αμπελώνα με σπαστήρες, εφόσον βέβαια το ξύλο είναι υγιές και απαλλαγμένο από ασθένειες.
ΑΧΛΑΔΙΑ |
Με σωστό κλάδεμα καρποφορίας επιτυγχάνεται διατήρηση της λογχοειδούς βλάστησης σε καλή κατάσταση από πλευράς υγείας και ζωηρότητας, δημιουργία επαρκούς νέας βλάστησης ώστε να υπάρχει ομαλή καρποφορία κάθε χρόνο και παραγωγή καρπών μεγάλου μεγέθους και καλής ποιότητας.
Γίνεται ανάλογα με τα κύρια όργανα καρποφορίας.
Τα πιο παραγωγικά καρποφόρα όργανα (λογχοειδή) είναι αυτά που σχηματίζονται σεσχετικά οριζοντιωμένο βλαστό ηλικίας δυο χρόνων.
Σε ποικιλίες που σχηματίζουν πολλά λογχοειδή σε όλη την κόμη του δένδρου και λίγη νέα βλάστηση (κυρίως επάκρια των κλάδων και κοντά στις τομές κλαδέματος) χρειάζεται αυστηρότερο κλάδεμα το οποίο συνίσταται σε βράχυνση κλάδων και νέων βλαστών (οι ετήσιοι βλαστοί κλαδεύονται σε 2-3 οφθαλµούς της βάσης τους) καιαραίωμα-ανανέωση ηλικιωμένων καρποφόρων κλάδων και λογχοειδών.
Σε ποικιλίες που έχουν την τάση να αναπτύσσουν αρκετή νέα βλάστηση, επάκρια και πλάγια (κατά μήκος των κλάδων) και περιορισμένο αριθμό λογχοειδών, συνιστάται οι βλαστοί να αραιώνονται με μέτρια αυστηρό κλάδεμα κάθε χρόνο και ένα πιολεπτομερές κλάδεμα σε όλη την κόμη.
Σε νεαρά δένδρα γίνεται ελαφρύ κλάδεμα το οποίο αποσκοπεί στον εξαναγκασμό τους για γρήγορη είσοδο σε καρποφορία.
Σε δένδρα μέτριας ζωηρότητας, το κλάδεμα πρέπει επίσης, να είναι ελαφρύ. Αν είναι πολύ ελαφρύ όμως, δεν εξασφαλίζεται ικανοποιητικό μέγεθος καρπών και αν ακόμη διενεργηθεί ικανοποιητικό αραίωμα. Αλλά και το πολύ αυστηρό κλάδεμα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή αφού μειώνει πολύ την καρποφόρα επιφάνεια και το φύλλωμα των δένδρων με αποτέλεσμα ζημιές από ηλιόκαυμα (η νέα βλάστηση δεν μπορεί να προστατεύσει τους καρπούς από την ηλιακή ακτινοβολία) ή πολύ έντονη βλαστομανία.
Κατά το κλάδεμα επίσης, αφαιρούνται και καταστρέφονται ή καίγονται οι προσβεβλημένοι κλάδοι – ειδικά αυτοί που είναι προσβεβλημένοι με βακτηριακό κάψιμο ή την ψώρα San Jose – οι ξεροί και λαίμαργοι βλαστοί ή οι βλαστοί που βρίσκονται σε θέση που εμποδίζουν.
Έντονα προσβεβλημένα δένδρα και τα γειτονικά τους, που είναι ύποπτα προσβολής, πρέπει να εκριζώνονται και να απομακρύνονται, μαζί με όλο το ριζικό τους σύστημα, όταν πρόκειται για προσβολή από φυτόφθορα, σηψιρριζία ή βακτηριακό κάψιμο.
Οι τομές κλαδέματος και τα κλαδευτικά εργαλεία, κοινά ή ειδικά ψαλίδια (αεροψάλιδα), πρέπει να απολυμαίνονται.
Υπάρχουν κλαδευτικά εργαλεία που παράλληλα με την τομή κάνουν και απολύμανση αυτής.
ΜΗΛΙΑ |
- Κλάδεμα καρποφορίας
Γίνεται κάθε χρόνο και κατάλληλη εποχή για να πραγματοποιηθεί είναι προς το τέλος του χειμώνα (μετά την περίοδο των παγετών) έως τις αρχές της άνοιξης (φούσκωμα των οφθαλμών).
Η μηλιά καρποφορεί σε αιχμές, λαμβούρδες, ασκούς και σε λεπτοκλάδια.
Με το κλάδεμα δημιουργείται επαρκής “ήρεμη” βλάστηση που επιτρέπει στο δένδρο να δημιουργήσει αιχμές.
Το κλάδεμα προσαρμόζεται ανάλογα με τη ζωηρότητα της βλάστησης, την ποικιλία και την ηλικία.
Ξεκινά από το 2ο έτος όπου γίνονται ελαφριά κλαδέματα ενώ τα κανονικά ξεκινούν από το 5ο έτος και μετά.
Δένδρα με ζωηρή ετήσια βλάστηση κλαδεύονται ελαφρά, ενώ εκείνα που έχουναδύνατη βλάστηση κλαδεύονται αυστηρά. Σχεδόν ποτέ δεν βραχύνονται ετήσιοι βλαστοί. Αυτοί ή αφαιρούνται από τη βάση τους ή μένουν ακλάδευτοι εκτός αν απαιτείται “γέμισμα” της κόμης σε συγκεκριμένο σημείο.
Βραχύνσεις επιτρέπονται σε ξύλο ηλικίας δυο ετών και άνω. Στο εσωτερικό της κόμης παραμένουν λίγα κλαδιά, ώστε να υπάρχει επαρκής φωτισμός και αερισμός. Με το κλάδεμα αφαιρείται το 20-30% των καρποφόρων οργάνων (ένα ποσοστό των καρποφόρων οργάνων πρέπει να ανανεώνεται κάθε χρόνο).
Η καλύτερη ποιότητα καρπών παράγεται από νέα καρποφόρα όργανα.
Ο κλαδευτής πρέπει να κάνει συνδυασμό απαλείψεων ετήσιων βλαστών παράλληλα με την ανανέωση των παλιών καρποφόρων οργάνων. Επίσης με το κλάδεμα, δίνεται τέτοιο σχήμα στο δένδρο ώστε να διευκολύνεται η κίνηση των αγροτικών μηχανημάτων και οι άλλες καλλιεργητικές φροντίδες (ψεκασμοί, συγκομιδή) και αφαιρούνται τα ξερά και προσβεβλημένα κλαδιά.
Το κλάδεμα γίνεται με το χέρι ή μηχανικά. Οι τομές του κλαδέματος πρέπει να είναι κατά το δυνατόν πλάγιες και όχι οριζόντιες, ενώ οι μεγάλες τομές καλύπτονται με προστατευτικές αλοιφές ή βορδιγάλειο πάστα.
Τα κλαδιά τεμαχίζονται εντός του μηλεώνα με καταστροφέα αλλά, όταν είναι προσβεβλημένα από εχθρούς ή ασθένειες μεταφέρονται έξω από τον οπωρώνα και καίγονται την ίδια ημέρα. Υπάρχει και η δυνατότητα χημικού “κλαδέματος”.
- Κλάδεμα ανανέωσης
Το κλάδεμα ανανέωσης γίνεται όταν τα δένδρα γεράσουν. Αφαιρούνται πολλά κλαδιά, μειώνεται το ύψος του δένδρου και, σε συνδυασμό με μια γερή λίπανση και άρδευση, γίνεται προσπάθεια το δένδρο να έχει μερικά ακόμη χρόνια παραγωγικής ζωής, κυρίως δημιουργώντας νέα βλάστηση.
ΕΛΙΑ |
Η ελιά καρποφορεί στην υγιή ήπια περσινή βλάστηση που φωτίζεται ικανοποιητικά.
- Κλάδεμα καρποφορίας
Πολύ λίγοι καρποί παράγονται εσωτερικά, κοντά στους βραχίονες ή τον κορμό του δένδρου λόγω της σκίασης. Με το κλάδεμα καρποφορίας ελέγχεται μερικώς η ένταση του φαινομένου της παρενιαυτοφορίας.
Στόχος είναι να αναπτύσσεται κάθε χρόνο ικανοποιητική βλάστηση η οποία τον επόμενο χρόνο θα καρποφορήσει.
Συνήθως γίνεται με μέτρια ένταση και κάθε χρόνο, γιατί:
(α) Ευνοεί την παραγωγή νέας καρποφόρας βλάστησης.
Τα δένδρα που έχουν φορτίο πρέπει να κλαδεύονται έτσι ώστε την επόμενη χρονιά να υπάρχει νέα βλάστηση για καρποφορία.
(β) Αφαιρεί όλη την ξερή βλάστηση, τα αδυνατισμένα σκιαζόμενα κλαδιά, τα κλαδιά με καρκίνωση καθώς και τους λαίμαργους βλαστούς που δεν είναι σε καλή θέση και που δυσκολεύουν τη συγκομιδή και την καταπολέμηση των παρασίτων.
Κατά το κλάδεμα των ποδιών των δένδρων (κρεμοκλαδής βλάστηση) αφαιρείται η βλάστηση που βρίσκεται στο κάτω μέρος αυτών, η οποία έχει επανειλημμένα καρποφορήσει και αρχίζει να ξεραίνεται, λόγω σκίασης από την υπερκείμενη βλάστηση.
(γ) Περιορίζει τις διαστάσεις της κόμης, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ικανοποιητικός φωτισμός και αερισμός.
Τα κλαδιά των παρακείμενων δένδρων δεν πρέπει να ακουμπούν το ένα το άλλο και η καρποφόρα βλάστηση να μην είναι πολύ μακριά από τον κορμό και τις ρίζες. Ο μη περιορισμός της βλάστησης, κυρίως, όπου τα δένδρα είναι πυκνοφυτεμένα, μειώνει την παραγωγή. Σε κάποιες περιπτώσεις πολύ πυκνής φύτευσης ενδείκνυται, η εκρίζωση μερικών δένδρων για την αύξηση του φωτισμού.
(δ) Περιορίζει το ύψος των δένδρων.
Το κόστος συλλογής των καρπών είναι αρκετά υψηλό, γι’ αυτό τα δένδρα πρέπει να διατηρούνται σε σχετικά χαμηλό ύψος, γιατί έτσι διευκολύνεται η συλλογή. Ένα ελαφρύ κλάδεμα (αφαίρεση ή σύντμηση της ορθόκλαδης βλάστησης στο κέντρο της κόμης) μπορεί να διατηρήσει την καρποφόρα επιφάνεια της κορυφής της κόμης σε ύψος έως 4.5-5.5 m από το έδαφος.
(ε) Συμβάλλει στη μείωση των εχθρών (π.χ. κοκκοειδή) είτε με την άμεση απομάκρυνση μέρους του πληθυσμού τους, είτε καθιστώντας τις συνθήκες ανάπτυξής τους δυσχερέστερες με τη μείωση της υγρασίας και τον καλύτερο φωτισμό.
Αυστηρό κλάδεμα ενδείκνυται σε αραιά χρονικά διαστήματα σχεδόν σε όλα τα δένδρα που αποκτούν μεγάλο μέγεθος, ώστε η συλλογή των καρπών να είναι ευκολότερη και να ανανεωθεί η βλάστηση κοντά στον κορμό.
Το κλάδεμα αρχίζει αμέσως μετά τη συγκομιδή των καρπών και μπορεί να γίνει μέχρι το Φεβρουάριο-Μάρτιο (περίοδος έναρξης της έντονης κυκλοφορίας των χυμών) για την αποφυγή εξάντλησης των δένδρων.
Υπάρχουν όμως και κάποιες ειδικές περιπτώσεις, όπως οι παρακάτω:
(α) Αν υπάρχει προσβολή από το βακτήριο της καρκίνωσης, τότε το αυστηρό κλάδεμα γίνεται το καλοκαίρι σταδιακά ανά έτος για να αποφευχθεί η διασπορά του βακτηρίου ή με ξηρό καιρό το τέλος χειμώνα. Αν το κλάδεμα γίνει το χειμώνα, πρέπει να απολυμαίνονται τα κλαδευτικά εργαλεία και οι τομές κλαδέματος.
(β) Σε καλλιέργειες, που παρενιαυτοφορούν και δεν υπάρχει πρόβλημα με το βακτήριο της καρκίνωσης, ένα μέρος του κλαδέματος μπορεί γίνει κατά το χρόνο της καρποφορίας αμέσως μετά την καρπόδεση (αφαιρούνται μερικοί βλαστοί, που φέρουν πολλούς καρπούς).
(γ) Μετά από ισχυρό παγετό τα δένδρα αφήνονται ακλάδευτα μέχρι τον Ιούνιο-Ιούλιο, οπότε φαίνεται η νέα βλάστηση και επομένως η ζημιά και έτσι γίνεται το ενδεδειγμένο κλάδεμα. Αν γίνει πιο νωρίς η αφαίρεση της ζημιωθείσας βλάστησης, υπάρχει κίνδυνος να αφαιρεθεί και υγιές μέρος της κόμης και να προκληθεί έτσι περισσότερη μείωση της κόμης από αυτή που χρειάζεται.
(δ) Τα δένδρα που έχουν μολυνθεί από βερτισιλλίωση και τα ύποπτα προσβολής από την ασθένεια κλαδεύονται τελευταία, τα κλαδευτικά πρέπει να καίγονται επιτόπου, όσο αυτό είναι εφικτό, και τα εργαλεία κλαδέματος να απολυμαίνονται από δένδρο σε δένδρο.
Το κλάδεμα γίνεται με χειροκίνητα ή βενζινοκίνητα πριόνια και με κλαδευτικά ψαλίδια.
Υπάρχει και η δυνατότητα μηχανικού κλαδέματος, αλλά τα δένδρα πρέπει να διαμορφώνονται κατάλληλα τα πρώτα χρόνια ανάπτυξής τους.
Οι μεγάλες τομές πρέπει να αποφεύγονται.
Τα κλαδοδέματα:
- από υγιή δένδρα είτε τεμαχίζονται εντός του ελαιώνα με καταστροφέα και παραμένουν στην επιφάνεια του σαν πολύτιμη οργανική ουσία,
- είτε καίγονται αν είναι μολυσμένα από έντομα ή ασθένειες,
- είτε παραλαμβάνονται από εταιρείες που τα τεμαχίζουν και παράγουν πέλλετς για θέρμανση.
Μετά το κλάδεμα και το συντομότερο δυνατόν απαιτείται εφαρμογή 1% βορδιγάλειου πολτού στα δένδρα για περιορισμό των εισροών του βακτηρίου της καρκίνωσης από τις πληγές. Όμοια αμέσως μετά από παγετό ή χαλάζι, επιβάλλεται ο ανωτέρω ψεκασμός.
- Κλάδεμα ανανέωσης
H περίοδος μετά τη συγκομιδή είναι η πιο κατάλληλη για να γίνει το κλάδεμα ανανέωσης στην ελιά και πρέπει να έχει συμπληρωθεί μέχρι την έναρξη έκπτυξης της νέας βλάστησης (τέλη Φεβρουαρίου).
Εφαρμόζεται σε δένδρα που η παραγωγή τους έχει μειωθεί σημαντικά σε επίπεδα που δεν συμφέρει πλέον η διατήρησή τους σ’ αυτή την κατάσταση ή σε δένδρα που, λόγω μεγάλου ύψους, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα συγκομιδής.
Kαλά αποτελέσματα σ’ αυτές τις περιπτώσεις έχει δώσει είτε το κόψιμο του κορμού σε ύψος 30 cm από το σημείο εμβολιασμού (“cut down”), είτε η ανανέωση των βραχιόνων σε μήκος γύρω στα 30-40 cm από την έκφυσή τους από τον κορμό (συνήθως και το ορθότερο στα διαμορφωμένα κύπελλα).
Οι πρώτοι βλαστοί από την ανανέωση του δένδρου αρχίζουν να εμφανίζονται την άνοιξη. Όλοι αυτοί οι βλαστοί και οι άλλοι που θα αναπτυχθούν αργότερα αφήνονται να μεγαλώσουν με ελαφρύ μόνο αραίωμα για μια περίοδο 1-2 ετών. Κατόπιν αφήνονται οι καταλληλότεροι για δημιουργία των νέων καρποφόρων υποβραχιόνων.
Tα ανανεωμένα δένδρα αποκτούν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, πλούσια βλάστηση που τα βοηθά να μπουν νωρίς σε καρποφορία.
Περιορισμένη ανανέωση μπορεί να γίνεται με αφαίρεση μεγάλου τμήματος των υποβραχιόνων ή και βραχιόνων σε ένα φυλλοφόρο κλάδο που θα γίνει καρποφόρος πολύ σύντομα και θα πλαισιώσει με βλάστηση το δένδρο.
Σε όλες τις περιπτώσεις ανανέωσης οι βραχίονες εκτίθενται στην ηλιακή ακτινοβολία και μπορούν να ζημιωθούν από ηλιόκαυμα. Γι’ αυτό στις ανανεώσεις είναι χρήσιμο το βάψιμο των εκτεθειμένων στον ήλιο πολυετών μερών του δένδρου.
Στις υπέρπυκνες φυτεύσεις τα δένδρα κάποια στιγμή θα χάσουν την παραγωγικότητά τους λόγω της συσσώρευσης πολύ ξύλου.
Για τον ίδιο λόγo θα δυσκολέψει και η διαδικασία της μηχανικής συλλογής και μετά από 9-12 έτη παραγωγής ο ελαιώνας θα χρειαστεί ανανέωση.
Αυτή θα πραγματοποιηθεί με τη μέθοδο “cut down” (όπως ανωτέρω), χωρίς ουσιαστικά να χρειαστούν νέα ελαιόδενδρα.
Η ενέργεια αυτή πρακτικά μειώνει πολύ το κόστος της ανανέωσης, περιορίζοντάς το μόνο στην απώλεια παραγωγής. Για το λόγο αυτό προγραμματίζεται η σταδιακή ανανέωση των ελαιώνων που διαρκεί τουλάχιστον 3 έτη (33 % την πρώτη χρονιά, το ίδιο τη δεύτερη κ.ο.κ.
leave a comment